Οι κορσέδες της παιδικής μας ηλικίας
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΙΑΚΩΒΟΣ ΣΙΑΝΟΥΔΗΣ
Bsc Ψυχολογίας, Συνθετικός Ψυχοθεραπευτής-Συγγραφέας|
Στις πρώτες σχέσεις της ζωής μας, μπαίνουμε άγραφοι. Ανάλογα την ποιότητά τους, προσδιορίζονται όλες οι υπόλοιπες. Αν έχω φροντιστεί κατάλληλα, μπορώ να τις αρχειοθετήσω μέσα μου και να αισθάνομαι παρηγοριά, φροντίδα, ζεστασιά και κατανόηση. Εάν όχι, ολάκερη η παιδική μου ηλικία, γίνεται η ενήλικη φυλακή μου.
Αυτές οι πρώτες σχέσεις, που γίνονται το δομικό υλικό του ψυχισμού μας, ξεκινούν να αναπαράγονται στην ενήλικη ζωή μέσα από κάθε νέα μας γνωριμία. Χωρίς να γίνεται συνειδητά, η εσωτερική μας πυξίδα μάς στρέφει εκεί που υπάρχει ο ίδιος απόηχος με τότε. Αν οι παιδικές μου εγγραφές είναι καλές, αν πήρα αγάπη, κατανόηση και αποδοχή, είναι καλές και οι επαναλήψεις που θα κάνω μετέπειτα. Εάν όχι, τότε θα ματαιώνομαι. Αν θέλω να δω τι με αποτελεί, λοιπόν, αρκεί να κοιτάξω πίσω με όσο πιο ανοιχτά μπορώ να έχω τα μάτια της ψυχής μου.
Αν θέλεις να δεις τι κάνει έναν ενήλικα αυτόν που είναι, κοίτα τον τρόπο που μεγάλωσε. Εάν θέλουμε να δούμε τι φοβόμαστε τι μας θυμώνει, τι μας θλίβει, αρκεί να κοιτάξουμε στην παιδική μας ηλικία. Οι πρώτες σχέσεις της ζωής μας, είναι το υλικό με το οποίο οικοδομούμαστε.
Κανείς δε γεννιέται με προδιάθεση για την καταστροφή. Αυτό είναι αντίθετο από την οδηγία της ζωής. Γεννιέται, όμως, με την προδιάθεση να συνδεθεί, με την ανάγκη να ανήκει. Να μπορεί υπάρχει ολόκληρος σε μία σχέση. Η καταστροφικότητα είναι κάτι που αναπτύσσεται όταν δεν καλλιεργείται η αποδεκτική αγάπη. Έτσι ενθαρρύνεται κάποιος να είναι βλαβερός για τον εαυτό του.
Ενθαρρύνεται μέσα από όλους τους μηχανισμούς που λειτουργούν σε μία σχέση που δεν καταφέρνει να τον περιέξει κατάλληλα. Αν με αγαπούσαν μόνο όταν ήμουν καλός, μόνο όταν δε θύμωνα, όταν τα κατάφερνα, όταν πετύχαινα, μαθαίνω να με αγαπώ κι εγώ με όρους. Όμως πόση αγάπη χρειάζεται κάποιος στην επιτυχία του και πόση στην αποτυχία; Στη δεύτερη περίπτωση, η ανάγκη για αγάπη είναι μεγαλύτερη. Η ανάγκη να μην αισθάνεται ο γονιός του ντροπή, αλλά να κατανοήσει την αδυναμία είναι που θα τον κάνει αργότερα να κατανοεί τα όρια και τις αδυναμίες του κι ο ίδιος. Θα αναζητά ανθρώπους που θα δείχνουν μια ίδια κατανόηση, που δεν θα τον κρίνουν. Που θα τον δέχονται για αυτό που είναι, όχι για αυτό που θα όφειλε να είναι.
Αν έπρεπε να είναι μονίμως καλό παιδί για να έρχεται η αγάπη, τότε θα απαιτεί από τον εαυτό του να είναι τέλειος σε όλα. Και μέσα από την παιδική του απαίτηση, θα γνωρίζει και απαιτητικούς ανθρώπους. Θα είναι δοτικός, θα προσφέρει απλόχερα, θα είναι πολύ καλό παιδί, αλλά ο άλλος θα τον ματαιώνει κι αυτό γιατί η ζωή δεν ξέρει από συνθήκες. Δεν ξέρει πώς μεγάλωσες, ούτε και ενδιαφέρεται. Μόνο που, λόγω της ταμπέλας, δεν θα μπορώ να θυμώσω μαζί σου και θα θυμώνω μαζί μου. Θα το στρέφω σε εμένα λέγοντας ότι εγώ δεν είμαι αρκετά καλό παιδί για να με αγαπήσεις. Θα αισθάνομαι αναξιότητα, αλλά θα παραμένω. Θα προσπαθώ να κερδίσω την αγάπη του άλλου με τον ίδιο τρόπο που προσπαθούσα να την κερδίσω και από τους γονείς μου, με το να είμαι καλός. Όμως, με τον εαυτό μου πόσο καλός είμαι; Πόσο τον αγαπώ όταν τον διαθέτω στη δυσκολία και τη στέρηση. Να ένας κορσές.
Ένας στερητικός ενήλικας, κάποιος ο οποίος σχετίζεται με στερητικούς συντρόφους, χωρίς να το καταλαβαίνει ελπίζει ότι θα ανταμειφθείς για αυτή τη στέρηση. Ότι, αν την αντέξει, θα τον αγαπήσει ο μπαμπάς του ή η μαμά του. Κι αν δεν το καταφέρει, θα ευθύνεται ο ίδιος και κανένας άλλος. Για αυτό και μπορεί να μου στερείς, να μου απαγορεύεις, αλλά εγώ να προσπαθώ ακόμα πιο πολύ να το αντέξω. Να επιμένω παρά τη στέρηση, παρά το ότι αντί να μου δίνεις, εσύ μου παίρνεις. Να προσπαθώ σκληρά να γίνω το καλό παιδί στη σχέση που θα δεχθεί την κακομεταχείρισή σου, ελπίζοντας ότι αν την αντέξει, θα το αγαπήσεις. Όμως, τίποτα ωφέλιμο δεν μπορεί να βγει μέσα από μία αγάπη που έχει κακομεταχείριση. Μόνο πόνος με την παρηγοριά του οικείου. Σφικτός κορσές κι αυτός.
Αυτή είναι και η απάντηση για εμένα που μπορεί να με ταλαιπωρείς, να με βασανίζεις, αλλά εγώ δεν σε εγκαταλείπω. Ο παιδικός μου κορσές με έχει μάθει να με εκτιμάω όταν υποφέρω, όχι όταν ευτυχώ. Οι περισσότεροι που έχουν υποφέρει δεν το γνωρίζουν καν. Πώς να το γνωρίζουν, εξάλλου, όταν έχουν μονώσει το συναίσθημά τους και έχουν υιοθετήσει μια εξίσου στερητική λογική. Το συναντώ συχνά. Αντίσταση λέγεται. Αντιστεκόμαστε σε αυτό που απειλεί τη δομή της ύπαρξής μας ακόμα κι αν η δομή αυτή είναι πνιγηρή στην ίδια μας την ύπαρξη.
Κάποιος του οποίου οι ανάγκες εγκαταλείφθηκαν όταν ήταν παιδί, θα φοβάται να έρθει κοντά με τον άλλο. Θα πλησιάζει, αλλά ποτέ δεν θα το κατορθώνει. Για αυτό κι εγώ μπορεί να λαχταρώ να δεσμευτώ με κάποιον, να το προσπαθώ, να δηλώνω την διαθεσιμότητά μου, αλλά οι σύντροφοί που επιλέγω να μην είναι διαθέσιμοι. Εγώ ασυνείδητα τους επιλέγω ανέτοιμους. Γιατί μπορεί να με ζορίζει ή να με κατατροπώνει, όμως ξορκίζει το βαθύτερό μου φόβο. Του να έρθουμε κοντά. Μα, ας σκεφτώ. Εν τέλει, με προστατεύω έτσι, ή με στερώ; Με βοηθώ που διατηρώ τον κορσέ μου;
Το παιδί που έχει απλώσει το χέρι του, να αγκαλιάσει το γονιό του, και αυτό το χέρι έπεσε στο κενό, θα συναντά συντρόφους που θα αφήνουν την ανάγκη του να πέφτει στο κενό επίσης. Το παιδί που το έβαλαν την ταμπέλα από μικρό, θα σχετίζεται μέσω αυτής. Η ταμπέλα. Αν το έλεγαν τεμπέλη από μικρό, ανίκανο, αχάριστο, το παιδί θα μεγαλώσει και θα γίνει όντως έτσι. Χωρίς να το θέλει, αν και θα το βαραίνει, θα κάνει ο,τι μπορεί για να επιβεβαιώνει την ταμπέλα. Μέσα από αυτή διατηρείται ζωντανή η σχέση με το γονιό. Ακόμα κι αν το συνειδητοποιήσει, είναι πολύ δύσκολο να βγει από αυτό γιατί αυτό θα σημαίνει ότι θα πρέπει, μαζί με την ταμπέλα, να σκοτώσει και τη σχέση με το γονιό μέσα του. Κι αν αυτή η σχέση δεν του έδωσε τα εφόδια ώστε να αντέχει αυτόνομο, χωρίς πατερίτσες στη ζωή, θα σημαίνει και το δικό του θάνατο. Αλλά, αν τα είδε δώσει, δεν θα υπήρχε ταμπέλα εξαρχής. Δεν θα υπήρχε κορσές.
Πολλές φορές ακούω τους ανθρώπους απέναντί μου να λένε “καταλαβαίνω αυτό που μου λέτε, όμως η φωνή του πατέρα μου μέσα μου είναι πολύ δυνατή” Είναι μια φωνή που έχουν ακούσει τόσες φορές. Δεν είναι σκοπός, όμως, να αντικατασταθεί από τη δική μου φωνή, αλλά από τη δική τους. Να γεμίσουν του ηχείο της ψυχής τους από το στοιχείο τους. Για αυτό και είναι σημαντική η εκδραμάτιση. Να βγάλω αυτό που έχω μέσα μου. Εγώ χρειάζεται να το ακούσω, όχι εσύ. Εγώ χρειάζεται να με εκτιμήσω αρκετά ώστε να μου επιτρέψω να το κάνω. Ανεξάρτητα από το πώς θα το υποδεχτείς εσύ.
Εσύ, εξάλλου, θα το εισπράξεις μέσα απ’ το θυμικό σου. Θα το ερμηνεύσεις πρώτα και έπειτα θα το ακούσεις. Θα το περάσεις μέσα απ’ το πρίσμα σου. Εάν το πρίσμα σου, λοιπόν, είναι παραμορφωτικό, δεν ευθύνομαι εγώ που με βλέπεις παραμορφωμένο. Για αυτό και η αξία μου χρειάζεται να είναι αδιαπραγμάτευτη. Ανεξάρτητη από τον αντίκτυπο στον άλλο, ανεξάρτητη από το αποτέλεσμα. Αξίζω γιατί είμαι εγώ.
Εάν θέλουμε να μπορούμε να έχουμε επίγνωση στη ζωή μας, να καταλαβαίνουμε τον άλλο, χρειάζεται πρώτα να καταλάβουμε τον εαυτό μας. Αλλιώς, σε κάθε νέο άνθρωπο που θα έρχεται στο δρόμο μας, θα αγνοούνται όλα τα στοιχεία της πραγματικότητας και θα συμπληρώνονται από την φαντασία μας. Από την παιδική μου ανάγκη να αισθανθώ επιτέλους ιδανικός αφού το στερήθηκα. Αυτό που συμβαίνει κατά κόρον όταν ερωτευόμαστε. Σε εξιδανικεύω και, ως εκ τούτου, εξιδανικεύομαι κι εγώ που με επιλέγεις.
Όμως εκεί πάλι απέχουμε. Δεν έχουμε πλησιαστεί, δεν έχουμε συναντηθεί, κι αυτό γιατί σε εξιδανικεύω σύμφωνα με τις ελλείψεις που είχα και, όταν μετά από ένα διάστημα, δεν ανταποκρίνεσαι στη φαντασίωσή μου, θα αισθάνομαι τρομερή προδοσία. Εκεί θα έχω σχετιστεί με την φαντασία μου όμως, όχι με εσένα. Σου έχω αποδώσει τις ιδιότητες της μητέρας που δεν είχα. Αυτό είναι που με προδίδει, το ότι δεν είσαι η ιδανική μητέρα για εμένα.
Όσο, όμως, κι αν λαχταρώ να έρθω κοντά με τον άλλο, αυτός ο έρωτας, ο βρεφικός, θα με κρατά στη μεγαλύτερη απόσταση. Για αυτό και ο πραγματικός έρωτας είναι εκείνος που έρχεται με τη γνωριμία, μέσα από τη βαθιά επαφή, την επικοινωνία. Σιγά-σιγά. Σε γνωρίζω και σε ερωτεύομαι. Για αυτό που είσαι, όχι για αυτό που θα ήθελα να είσαι. Σε ευγνωμονώ. Εκεί μόνο συμβαίνει η πραγματική συνάντηση.
Για αυτό και είναι σημαντικό να ζητάω από τον σύντροφο. Δεν μαθαίνω μόνο εκείνον ζητώντας, μαθαίνω κι εμένα. Μαθαίνω τι σημαίνει να είμαι με κάποιον που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες μου, που δεν μου δίνει. Συνειδητοποιώ αυτό που κάνω και έτσι μπορώ σιγά-σιγά να το εποικοδομήσω μέσα από μια επανορθωτική σχέση με κάποιον ώριμο θεραπευτή.
Το να αφηγηθούμε, όμως, απλώς την ιστορία της παιδικής μας ζωής, δεν αρκεί. Δεν αρκεί γιατί δεν είναι το μυαλό που πρέπει να τραφεί, αλλά η ψυχή. Χρειάζεται να τη βιώσω. Αλλιώς, θα είναι ξένη. Δεν θα αναγνωρίζω τίποτα για αυτόν τον άνθρωπο για τον οποίο θα μαθαίνω κι ας είμαι εγώ. Εκεί μπαίνει ο καλός γονιός. Στην αντοχή. Να αντέξει τη ματαίωση. Να κάνει υπομονή. Να χτιστεί εμπιστοσύνη.
Εκεί είναι η πραγματική παραχώρηση. Η μεγαλοθυμία. Να απαρνηθώ τις ενήλικες άμυνες της λογικής μου, μπροστά στο συναίσθημα του παιδιού μέσα μου. Εκείνο εξάλλου είναι που έχει υποφέρει. Το δικό του δάκρυ τρέχει από τα μάτια μου, η δική του φωνή βγαίνει από το στόμα μου, το δικό του σώμα μαραζώνει μέσα στο δικό μου. Κατοικεί μέσα μου. Συγκατοικούμε δηλαδή. Και όσο πιο πολύ επιστρατεύω τη λογική για ωτοασπίδα, τόσο πιο κακός γείτονας γίνομαι.
Αλλόγλωσσοι γείτονες. Το ασυνείδητό μας είναι ξένη γλώσσα για εμάς. Μέχρι να πάρουμε χρόνο να τη μάθουμε, να παιδαγωγήσουμε τον εαυτό μας, θα μας οδηγεί σε καταστάσεις με την ελπίδα να τις νοηματοδοτήσουμε ώστε να συνεννοηθούμε. Συγκατοικούμε μέσα μας κι ας μην το καταλαβαίνουμε.
Στη θεραπεία αυτό είναι που δουλεύεται. Μαθαίνω να μιλώ αυτή την ξένη γλώσσα και, από ξένη, γίνεται οικεία. Μαθαίνω να με ακούω, να μεταφράζω αυτό που λένε οι πράξεις μου, οι επιλογές μου. Μαθαίνω να συμφωνώ όταν θέλω εγώ, όχι όταν μου το επιβάλει ο αυτοματισμός μου. Μαθαίνω να λέω όχι. Σπουδαίο πράγμα αυτό.
Κανείς δε γεννιέται καταστροφικός. Εκπαιδεύεται, όμως, να είναι αν οι πρώτες σχέσεις της ζωής του δεν του επιτρέπουν να αναπνέει. Εάν δεν τον εμπεριέχουν κατάλληλα, αν τον στερούν, τότε οδηγείται στο να αναπαράγει το παιδικό του δράμα ελπίζοντας σε ένα καλύτερο τέλος. Οι παιδικές μας αλυσίδες, δεν είναι αλυσίδες. Είναι τα πρόσημα εκείνων των πρώτων σχέσεων. Είναι προσδιορισμοί που μας αποδίδονται, ταμπέλες που αντί να μας βοηθούν να βρούμε το δρόμο μας, μάς ρίχνουν ακόμα πιο βαθιά στα χαμένα. Η ενήλικη ζωή είναι μια επανάληψη της παιδικής μόνο όσο δεν έχω δώσει στο παιδί μέσα μου αυτό για το οποίο κλαίει. Μόλις το κάνω, μπορώ να σταματήσω να κινούμαι σε κύκλους και να προχωρήσω ευθεία.



