Οι ναρκισσιστικές σχέσεις στα ζευγάρια

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΙΑΚΩΒΟΣ ΣΙΑΝΟΥΔΗΣ
Bsc Ψυχολογίας, Συνθετικός Ψυχοθεραπευτής-Συγγραφέας|

Η ναρκισσιστική ουλή είναι μια βαθιά πληγή που, αν και δημιουργείται γρήγορα, καταλήγει να διαρκεί μία ολόκληρη ζωή αν παραμείνει αφρόντιστη.

Όλη η ζωή ξεκινά ναρκισσιστικά καθότι αυτό είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της ψυχικής υγείας του νεογέννητου ανθρώπου. Κάθε βρέφος κρύβει το αίσθημα ευαλωτότητάς του κάτω από την ναρκισσιστική κουβέρτα. Μη μπορώντας να αντέξει την συνειδητοποίηση του πόσο εύθραυστο είναι, μεταμφιέζει την εξάρτησή του σε παντοδυναμία.

images

Και πώς να μην το κάνει άλλωστε; Ένα βρέφος πεινάει και αμέσως εμφανίζεται ένα στήθος και το ταΐζει. Λερώνεται και εμφανίζεται μία καθαρή πάνα. Δυσφορεί και αμέσως μία αγκαλιά το κλείνει μέσα της μέχρι να ηρεμήσει. Έτσι το βρέφος έχει την απαραίτητη επιβεβαίωση της πραγματικότητας ότι οι ανάγκες του γεννούν τον κόσμο και ότι οι άλλοι είναι φτιαγμένοι για να το ικανοποιούν.

Η πραγματικότητα, όμως, παραμένει για το βρέφος μία οδυνηρή συνειδητοποίηση. Η εξάρτησή του μπορεί να ξεγελαστεί μόνο κατά τις στιγμές που υπηρετείται ή δεν βιώνει κάποια δυσφορία. Τις υπόλοιπες, όταν δεν έχει σε άμεση διάθεση εκείνη που το φροντίζει, αναγκάζεται να εφεύρει άλλους τρόπους για να διατηρεί την ψευδαίσθησή του.

Καθώς η μητέρα έχει ένα ανεπτυγμένο σώμα, που της επιτρέπει να απομακρύνεται, ενώ το βρέφος δεν έχει ακόμα αυτή τη δυνατότητα, γεννάται ένα τεράστιο άγχος, γνωστό και ως άγχος αποχωρισμού. Την επίπονη γνώση, δηλαδή, ότι οι άλλοι από τους οποίους μπορεί να εξαρτόμαστε, είναι ξεχωριστοί από εμάς και πέρα από τον έλεγχό μας.

Για να μπορέσει να ξεγελάσει τον εαυτό του, το βρέφος, κάθε φορά που χάνει την μητέρα του από το οπτικό του πεδίο, την δημιουργεί στη φαντασία του. Ενεργοποιεί την όψη της από το άρωμά της που έχει μείνει στα ρούχα του, την ικανοποίηση από το γάλα της που βρίσκεται ακόμη στο στομάχι του και τους κάλυκες του δέρματός του που έχουν διεγερθεί από το άγγιγμά της.

Αυτό το είδωλο, βέβαια, είναι καθησυχαστικό και προσφέρει ασφάλεια μόνο όταν και η ίδια η μητέρα έχει τρυφερές και ηρεμιστικές ιδιότητες. Φυσικά, καμία μητέρα δεν είναι τέλεια. Αντιθέτως, όλες οι μητέρες θα κουραστούν κάποιες στιγμές ή θα δείξουν έως και σημάδια άρνησης να φροντίσουν τις συνεχείς απαιτήσεις των βρεφών τους. Αυτό, όμως, δεν τις κάνει σε καμία περίπτωση κακές. Τις κάνει ανθρώπινες.

Η λογική, ωστόσο, δεν μπορεί να προηγηθεί όταν ο εαυτός απειλείται με κατακερματισμό και έτσι, κάθε φορά που το βρέφος δυσφορεί, για να μπορέσει να εκτονώσει το θυμό του, χωρίς να βλάψει συγχρόνως το πρόσωπο από το οποίο εξαρτάται, χωρίζει την μητέρα στα δύο. Μία απόλυτα καλή, που ανταποκρίνεται, και μία απόλυτα κακή στην οποία συσσωρεύει όλες τις αρνητικές και επώδυνες εμπειρίες της μητρικής του έλλειψης.

Με την πάροδο του χρόνου, το βρέφος μπορεί να βασιστεί περισσότερο στο σώμα του για να διαψεύδει ή να επιβεβαιώνει αυτό που του λέει η φαντασία του. Μπορεί να μπουσουλήσει πίσω της, να την ακολουθήσει, να αλληλεπιδράσει μαζί της και να διαπιστώσει από πρώτο χέρι αν είναι ανταποδοτική και διαθέσιμη, ή απορριπτική.

Εάν επικρατήσει η ανταπόδοση, από μεριάς της, και η διαθεσιμότητα, το βρέφος μπορεί να δεχθεί ότι η πραγματικότητα δεν χρειάζεται να βιώνεται τόσο επίπονα, αφού εμπεριέχει έναν βαθμό ικανοποίησης, και να δει τη μητέρα του ρεαλιστικά. Ως μία. Πιο σημαντικό, όμως, από την στιγμή που θα την αισθανθεί μία, την καταλαβαίνει πια ως κάποια ξεχωριστή από εκείνο. Ως κάποια διαφορετική από απλώς ένα κέλυφος για τις ανάγκες του.

Αν, όμως, τα απορριπτικά ή τα ασταθή στοιχεία της μητέρας, είναι πολύ έντονα, τότε το βρέφος αρνείται να την ομογενοποιήσει φοβούμενο ότι θα καταστραφούν οι καλές τις ποιότητες. Την κρατάει σε σχάση. Σε ένα διχασμένο μητρικό είδωλο, το οποίο δημιουργεί έναν διχασμένο και μπερδεμένο εαυτό και για το ίδιο.

Σαφώς, επειδή το κακό τμήμα του εαυτού υπενθυμίζει την απουσία, την απόρριψη και τη ματαίωση, αλλά δημιουργεί και καθημερινές αγωνίες, έλλειψη ασφάλειας και εσωτερικές συγκρούσεις, απωθείται μακριά από το συνειδητό πεδίο. Στην επιφάνεια απομένει ο ιδανικός εαυτός, ο οποίος λειτουργεί ως φάρος αναζήτησης της ιδανικής μητέρας στο πρόσωπο ενός μελλοντικού συντρόφου.

Αυτός ο μελλοντικός σύντροφος, βέβαια, θα αποτυγχάνεται να βιωθεί ως ένας. Ως διαφορετικός από τον εαυτό, αφού κι ο ίδιος ο εαυτός βιώνεται μισός. Το ακούμε συχνά σε ανθρώπους που ερωτεύονται κατά συρροή “Ψάχνω το άλλο μου μισό” λένε. Στην πραγματικότητα, αναζητούν έναν άνθρωπο με παρόμοια χαρακτηριστικά, παρόμοια στοιχεία με εκείνους, εξίσου διχοτομημένο, ώστε να αποτελέσει το κινηματογραφικό πανί πάνω στο οποίο θα προβάλουν την ιδανική εικόνα τους, θα την ερωτευτούν, και θα συμπληρώσουν τον ελλειπή εαυτό τους. Με λίγα λόγια, ο ανώριμος έρωτας, αφορά έναν έρωτα με το ίδιο μου τον εαυτό στο πρόσωπο κάποιου άλλου.

Οι έρωτες αυτοί ξεκινούν πάντα με τον ίδιο τρόπο. Ο σύντροφος συνδυάζει την αφοσίωση και την φροντίδα της ιδανικής μητέρας μαζί με την απόλυτη κατανόηση της βαθιάς ενσυναίσθησης. Το μέγεθος αυτών των συναισθημάτων οδηγούν τον σύντροφο να ταυτιστεί μαζί τους, γεγονός που βοηθάει τον εαυτό να κρατάει σε απώθηση τα ρεαλιστικά, πραγματικά, χαρακτηριστικά του και να παρατείνει την ψευδαίσθηση.

Ο σύντροφος οδηγείται να φέρεται τέλεια. Να αποδέχεται πάντα, ολοκληρωτικά και χωρίς όρους, καθώς επίσης να ικανοποιεί κάθε ανάγκη όπως αυτή παρουσιάζεται, πολλές φορές χωρίς αντάλλαγμα – αυτός είναι και ο λόγος που μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων, θεωρούν ότι ο σύντροφος τους πρέπει να τους υπηρετεί απλώς και μόνο επειδή υπάρχουν, ενώ το νιώθουν υποτίμηση να ανταποδώσουν αυτή τη φροντίδα.

Στην ουσία της, όμως, η πραγματική αποστολή των τέλειων συντρόφων είναι να δημιουργήσουν στον ερωτευμένο κάποια μεγαλειώδη συναισθήματα ώστε ο ίδιος να αισθάνεται ότι είναι τέλειος. Να του καθρεφτίσουν μέσα από την διαρκή διαθεσιμότητά τους, ένα αίσθημα αξίας.

Κάθε τέτοιος ναρκισσιστικός έρωτας ξεκινά με τον φακό της ψυχής να φωτίζει την ιδανική αναπαράσταση του εαυτού στον άλλο. Τα πράγματα ξεκινούν ονειρικά με την εύρεση του ιδανικού άλλου – πράγμα που αποτελεί μία ψευδαίσθηση ώστε να αποκτά συνοχή.

Όταν αυτό παραμένει για ένα ικανό διάστημα, όμως, ξεκινά μια εσωτερική έλλειψη. Βλέπουμε σε σχέσεις που άνθρωποι χαρίζουν στον άλλο τα καλύτερα κομμάτια τους, έπειτα να εξαρτώνται από τον άλλο και να έχουν την ανάγκη να τον χειριστούν αφού μία πιθανή απώλειά του θα σήμαινε την απώλεια του ίδιου του εαυτού. Για αυτό και τα ζευγάρια που συνδέονται ναρκισσιστικά μεταξύ τους, παρά την συνεχή αλληλοκακοποίηση, σπανίως χωρίζουν.

Μόνο ένα βρέφος, ωστόσο, δικαιούται να ζει στην ψευδαίσθηση της απόλυτης αφοσίωσης και φροντίδας και αυτό μέχρις ότου μπορεί να φροντίζει το ίδιο τον εαυτό του και να θέλει να ανταποδώσει τη φροντίδα που δέχτηκε στους άλλους. Να σχετιστεί, δηλαδή, και με κάποιον άλλον πέρα από τον εαυτό του.

Ομοίως και αυτός ο έρωτας διαρκεί όσο αντέχει εκείνος που ερωτευόμαστε να τον κουβαλήσει, καθώς η εξιδανίκευση είναι ένας κορσές που, αν και αλαβάστρινος, παραμένει ασφυκτικός. Μόλις η περίοδος του έρωτα περάσει, οι ναρκισσιστές ερωτευμένοι ξεκινούν να διεκδικούν τον εαυτό τους πίσω. Αυτό ενισχύεται αμέσως μόλις ο σύντροφος δεν ανταποκριθεί σε αυτή την ιδανική εικόνα, και η ανατροφοδότηση μεγαλείου ατονήσει. Τότε ο άλλος μετατρέπεται από ιδανικός σε εχθρικός. Ο απωθημένος εαυτός, εκείνος που είναι γεμάτος από τις ελλείψεις, τις ματαιώσεις και τις απορρίψεις του παρελθόντος, παίρνει προτεραιότητα και ο σύντροφος βιώνεται ολότελα κακός.

Δευτερογενώς, αυτό συμβαίνει και για λόγους προστασίας καθώς το να προβάλεις στον άλλον συνεχώς το ιδανικό σου κομμάτι, δημιουργεί μία τεράστια εξάντληση, αλλά και μία ανάγκη για έλεγχο. Επικρατεί ο πανικός ότι εφόσον τα καλά μου στοιχεία βρίσκονται εκτός εαυτού, θα απομείνω στο έλεος των κατώτερων συναισθημάτων μου. Το βλέπουμε συχνά σε παθολογικούς έρωτες. Την αγωνία, τον ψυχικό πόνο του πού βρίσκεται ο άλλος, το γιατί δεν τον έχουν στη διάθεσή τους αμέσως μόλις τον χρειαστούν και γιατί μοιράζεται τον εαυτό του με άλλους. Στην ουσία, αναζητούν τον άλλο ώστε να συναντήσουν το καλό κομμάτι του εαυτού τους που κουβαλά και να καθησυχαστούν. Θυμίζουν το βρέφος στο αρχικό του στάδιο, που γυρεύει την μητέρα του, ανίκανο να προσφέρει στον εαυτό του καταπράυνση. Αυτό προκαλεί και την ανάγκη για κυριαρχία πάνω στον άλλο. Την αποκοπή του από κάθε εξωτερική πηγή πέρα της δυαδικότητάς μας και την έκφραση παθολογικής ζήλιας όταν απολαμβάνει χρόνο με άλλα πρόσωπα.

Η σχέση μετατρέπεται σε αγώνα ελέγχου όμως, καθώς η παραδοχή αυτών των συναισθημάτων θα σήμαινε την αποδοχή του ελλείμματος του εαυτού, οι ναρκισσιστικοί σύντροφοι προφασίζονται άλλες αιτίες για τις εκρήξεις θυμού τους, όπως η έλλειψη σεβασμού ή η υποτίμηση προς το πρόσωπό τους.

Φυσικά, η εξαρτητική περίοδος του έρωτα έχει ήδη απομονώσει ένα ζευγάρι που σχετίζεται κατ’αυτόν τον τρόπο και το έχει αφήσει απροστάτευτο από φιλικά πρόσωπα που θα μπορούσαν να αποτονώσουν την μεταξύ τους ένταση. Γράφω “μεταξύ τους ένταση” καθώς, από τη στιγμή που ο σύντροφος υποτιμηθεί πλήρως, βιώνεται ως ένας διωκτικός εχθρός από τον οποίο χρειάζεται να πάρουν απόσταση ώστε να σωθούν ή να του επιτεθούν για να διαχωρίσουν τη θέση τους.

Οι σύντροφοι αυτοί δεν γεύονται ποτέ την ώριμη αλληλεξάρτηση. Αντίθετα, δημιουργούν ανάμεσά τους μια κατάσταση ναρκισσιστικής ανεξαρτησίας στην οποία ισχυρίζονται ταυτόχρονα ότι υποχρεώθηκαν να απομακρυνθούν καθώς δεν άντεχαν άλλο τις απόπειρες του άλλου να τους τυραννήσει.

Όταν οι άνθρωποι αγαπούν με αυτό τον τρόπο, χωρίς ομογενοποίηση, καταλήγουν να φοβούνται την αγάπη πολύ απλά, αφού αυτή η αγάπη σημαίνει το να σου χαρίζω τον εαυτό μου με αποτέλεσμα να αισθάνομαι σκλάβος σου. Η αγάπη για να είναι πραγματική, χρειάζεται να προσφέρεται ολόκληρη. Ούτε μονάχα ιδανική, καθώς χαρίζοντας τον καλύτερο εαυτό μας, ξυπνάει ο φόβος της απώλειας και ως εκ τούτου, οδηγούμαστε να φυλακίζουμε αυτό που αγαπάμε. Ούτε, όμως, και υποτιμημένη καθώς δίνοντας μονάχα ό,τι μας είναι περιττό, μετατρέπουμε τον άλλο σε μία ανεπιθύμητη παρουσία από την οποία προσπαθούμε να ξεφύγουμε.

Ο φόβος να αγαπήσει κάποιος βασίζεται στο ότι το να αγαπάς σημαίνει ότι αποδέχεσαι ότι ο άλλος είναι ξεχωριστός από εσένα, κάποιος άλλος, κι εσύ έχεις μάθει επίσης να αντέχεις να είσαι ολόκληρος. Να αγαπάς όχι από ανάγκη, αλλά από επιθυμία. Αν δεν το έχω κατακτήσει αυτό, δεν αποκτώ το προνόμιο να σχετιστώ μέσα από ευγνωμοσύνη και εκτίμηση για αυτό που είναι ο άλλος. Αν δεν το έχω κατακτήσει αυτό, η αγάπη μου θα είναι γεμάτη έλεγχο και κτητικότητα για εμένα και γεμάτη σκλαβιά για εκείνους που αγάπησα. Ακόμα κι αν δεν σχετιστώ, θα βασανίζομαι από φθόνο για το άλλο φύλο.

Το συναντάμε συχνά. Οι ναρκισσιστές άντρες επιτίθενται στη γυναικεία φιγούρα με την μορφή πολλαπλών, άσκοπων, και επιφανειακών σχέσεων, ενώ οι ναρκισσιστικές γυναίκες επιτίθενται στους άντρες μέσω της υποτίμησης της αξίας τους. Και οι δύο, όμως, επιλέγουν εφήμερες σχέσεις, όχι για να απολαύσουν, αλλά για να ξεκουραστούν από το φθόνο τους.

Οι άνθρωποι, λοιπόν, που δεν έχουν καταφέρει να συμφιλιώσουν τις αντικρουόμενες πλευρές τους, βιώνουν φόβο στο να φιλοξενήσουν τα καλά μαζί με τα ρεαλιστικά στοιχεία τους. Για να διασώσουν τα πρώτα, τα προβάλουν σε εκείνον που έχουν δίπλα τους με τη μορφή της εξιδανίκευσης. Αν και η αρχική ανάγκη αφορά την φύλαξη των στοιχείων αυτών, καταλήγουν να νιώθουν τον εαυτό τους υποτιμημένο μέσα στις σχέσεις τους. Ερωτεύονται το κέλυφος ενός ανθρώπου και όχι τον ίδιο, πάνω στο οποίο μπορούν να προβάλουν τα κομμάτια τους. Έτσι, μπορούν να αναδραματίσουν την σχέση με τον εαυτό τους, ξεκουράζοντας την ψυχή τους από τις εσωτερικές συγκρούσεις.

Σε ναρκισσιστικές επιλογές, φυσικά, μπορεί να οδηγηθεί και κάποιος ο οποίος δεν ματαιώθηκε ποτέ, καθώς η προστασία από τις ματαιώσεις της ζωής, τον στέρησε από το να αποκτήσει την ικανότητα της επανόρθωσης. Μία ικανότητα που είναι συνώνυμη με την γέννηση καλού σ’αυτό τον κόσμο και μία ιδιότητα που σώζει από τον σκληρό κριτή μέσα μας όταν βιώσουμε ενοχές για κάτι.

Η ψυχοθεραπεία βοηθά σημαντικά την ωρίμανση του εαυτού, επιτρέποντάς τον να ζει μία ζωή που να απολαμβάνει τα οφέλη της, όχι να επαναλαμβάνει τους πόνους της. Μια ζωή που το να είσαι ξεχωριστός από εμένα σημαίνει ότι υπάρχει χώρος να αναπτύξουμε αυτό που νιώθουμε, όχι να καταπνίξουμε την ατομικότητά μας. Μία ζωή που η συντροφικότητα προκύπτει από την αυτονομία και αυτό θα φέρει την εγγύτητα, όχι την απομάκρυνση. Το παράδοξο που ξεχωρίζει την αγάπη, εξάλλου, από την εξάρτηση είναι ότι στην εξάρτηση οι άνθρωποι είναι πιο κοντά από ποτέ, μα αισθάνονται και πιο μόνοι από ποτέ.

Το σημαντικό σε μια σχέση, άλλωστε, δεν είναι να ψάχνω τον εαυτό μου πίσω από τον άλλον, αλλά τον άλλον πέρα από τον εαυτό μου.

Facebook Twitter Google+ LinkedIn