Μπουσουλώντας στον έρωτα, ή βαδίζοντας στην αγάπη;

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΙΑΚΩΒΟΣ ΣΙΑΝΟΥΔΗΣ
Bsc Ψυχολογίας, Συνθετικός Ψυχοθεραπευτής-Συγγραφέας|

Θα ήταν υπερβολή να λέγαμε ότι καταλαβαίνουμε τον έρωτα πέρα από το είδος του έρωτα που έχουμε βιώσει οι ίδιοι.

Ο έρωτας είναι μία πολύ προσωπική υπόθεση, που αφορά μονάχα δύο. Εκείνον που ερωτεύεται και την φαντασία του. Στον έρωτα αυτό που συμβαίνει είναι οτι υποχωρούν τα όρια μεταξύ της ψυχής και της πραγματικότητας και τα εσωτερικά συναισθήματα τυλίγουν τον έξω κόσμο.

product-jpeg-500x500

Ο άλλος εισπράττεται ως απόλυτα καλός, ονειρεμένος, ιδανικός. Για να προστατεύσει αυτή την εξιδανίκευση, ο ερωτευμένος τον διχοτομεί και αφαιρεί το ελαττωματικό κομμάτι του – που δεν είναι άλλο από την πραγματικότητα.

Με αυτό τον τρόπο, εμποδίζει τον εαυτό του από το να δυσφορήσει με τον εκλεκτό του και ως εκ τούτου να βιώσει έναν πόνο αφόρητης απογοήτευσης -η ίδια η λέξη απογοήτευση, εδώ, υποδηλώνει την πρότερη ανάγκη να γοητευτεί- Εδώ ξεκινάει και το μπουσούλημα.

Η εξιδανίκευση αυτή, θέτει τεράστιες υποχρεώσεις ανταπόκρισης στον άλλον και αναρίθμητα Πρέπει, μα τα Πρέπει πάντα προσδίδουν μία ανταλλακτικότητα στις σχέσεις. Εδώ είναι που το μπουσούλημα γίνεται κουβάλημα. Αν σχετίζομαι μέσα από Πρέπει, τότε θα κρέμομαι και από τον άλλον. Ο άλλος θα πρέπει να είναι πάντα καλός μαζί μου, αλλιώς θα αισθάνομαι πως δεν με αγαπά, δεν αξίζω για αυτόν, δεν είμαι αρκετός και δεν θα αντέχω ούτε εκείνον, ούτε τον εαυτό μου. Ένας από τους λόγους που στόχος της ωρίμανσης είναι να αντέχουμε αυτά που θέλουμε, όχι μόνο να θέλουμε αυτά που αντέχουμε.

Για αυτό και όταν, μέσα από την πέρασμα του χρόνου, η περίοδος της εξιδανίκευσης ξεθωριάζει, αρχίζει να γεννάται η αίσθηση ότι ο άλλος άλλαξε• μας κορόιδεψε. Η οργή και το μίσος που είχαν απομονωθεί στην αρχή και προστάτευαν το ερωτικό μας αντικείμενο, αρχίζουν να βιώνονται λόγω των αναπόφευκτων ματαιώσεων της πραγματικότητας, επάνω σε έναν σύντροφο που πλέον θεωρείται κακός.

Για να μπορέσει ο ερωτευμένος να συλλάβει τον άλλο περισσότερο ρεαλιστικά, θα χρειαστεί να αποδεχτεί το γεγονός ότι “εκείνος που αγαπώ αποτελεί ξεχωριστή οντότητα από εμένα”. Ότι οι εσωτερικές προσδοκίες και ο εξωτερικός κόσμος είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Το να αποδεχτεί, βέβαια, κάποιος ότι εξαρτάται από κάποιον ανεξάρτητο άλλο, είναι μια δύσκολη και επίπονη διαδικασία που αποτελεί την βάση για την αντίληψη και αποδοχή της πραγματικότητας. Τη βάση για το πένθος που προετοιμάζει τον εραστή να γίνει σύντροφος.

Στην συντροφική ζωή, ο έρωτας μεταβολίζεται σε ερωτική αγάπη. Μία ωριμότερη θεώρηση όπου τα συναισθήματα αμφιθυμίας κατανοούνται ως φυσικά. Ότι μπορούμε, δηλαδή, να αγαπάμε και να απογητευόμαστε από το ίδιο πρόσωπο χωρίς αυτό να απειλεί τη σχέση μεταξύ μας.

Βοηθός σε αυτό είναι η συνειδητοποίηση και η παράδοση στην βαθιά ανάγκη για αυθεντική σύνδεση. Για συμβάδιση με έναν συνοδοιπόρο, όχι για κουβάλημα. Για την κατανόηση ότι ο θυμός και η απογοήτευση που αισθανθήκαμε για τον άλλο, σημαίνουν την καταστροφή της ιδανικής εικόνας που έπλασε η φαντασία μας, όχι αποτυχία του άλλου. Σε αυτή την συνειδητοποίηση, βιώνουμε ένα είδος θλίψης.

Η θλίψη αυτή υποκινεί τον σύντροφο να προσπαθήσει μέσα του να επανορθώσει για την κατεστραμμένη αυτή ιδανική εικόνα και να του προσφέρει αγάπη και ολοκλήρωση. Να τον ξαναράψει μέσα του με νήμα την ευγνωμοσύνη και την εκτίμηση. Εκεί είναι που ξεκινάει το μονοπάτι της αγάπης. Είναι και το ίδιο σημείο που η ερωτική αγάπη διαπραγματεύεται την εγκατάλειψη της τελειότητας χάρη της ειλικρινούς εγγύτητας που προσφέρει η πραγματικότητα. Θυμίζει έναν χορευτή που επιλέγει να χορέψει γιατί απολαμβάνει πλέον το ρυθμό με τον παρτενέρ του και όχι γιατί απολαμβάνει να τον κοιτούν οι άλλοι.

Ο ασυνείδητος πόνος που περίσσεψε για την απώλεια του ιδανικού άλλου, όπως και η ανάγκη για την επανόρθωση και επαναπόκτησή του, παραμένουν, μόνο που διαμορφώνουν σιγά-σιγά τις βάσεις για την ανάπτυξη της δημιουργικότητας και της αυτονομίας στη σχέση.

Είναι σαφές, λοιπόν, ότι ο έρωτας έχει μεγάλη συνάφεια με το κομμάτι της αυτοεκτίμησης. Εκείνος που προσδιορίζει ο ίδιος τον εαυτό του έχει μικρότερη ανάγκη να ερωτευτεί και μεγαλύτερη να αγαπήσει.

Στο χτίσιμο της εκτίμησης με τον εαυτό, που έρχεται από την συνειδητοποίηση ότι για την ευτυχία και την ικανοποίηση των αναγκών μου υπεύθυνος είμαι εγώ, συχνά κάποιος που έχει αισθανθεί ματαιωμένος, έχει ανάγκη να θεραπεύσει και τις παρελθοντικές επιλογές του μαζί με τον εαυτό του, κάτω από τον φόβο ότι θα πρέπει να τις αφήσει πίσω για να προχωρήσει μπροστά – αυτός είναι και στην ουσία ο φόβος του Προχωρήματος.

Πολλές φορές συμβαίνει αυτό μέσα στην θεραπεία. Στην αρχή, η αυτοεκτίμηση να είναι σαν ένα μικρό ποτήρι της μιας γουλιάς, οπότε πολύ εύκολα ικανοποιούμαστε από βρύσες που στάζουν μερικές σταγόνες μέσα του και το γεμίζουν αρκετά ώστε να μην παραπονιόμαστε. Και, όταν με τη θεραπεία μεγαλώσει η αυτοεκτίμησή μας, και το ποτήρι μας γίνει μία μεγάλη κανάτα, μπορεί να επιστρέψουμε σε αυτή την πηγή και να αισθανθούμε ότι εμείς φταίμε που δεν γεμίζει αρκετά και δεν ξεδιψούμε. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη για το ότι η πηγή ξέρει μόνο να στάζει. Όμως, δεν έχει να κάνει ποτέ με το ποτήρι μας, αλλά με την πηγή την ίδια. Και είναι σημαντικό, όταν από ποτήρι της γουλιάς, γίνουμε κανάτες, να μάθουμε να μας διαθέτουμε σε χείμαρρους. Αυτό χρειάζεται να το κατανοήσω βαθιά αν νομίζω ότι το Προχώρημα είναι θέμα επιλογής.

Στη ζωή ελάχιστη σημασία έχει τι θα επιλέξω. Δεν με αλλάζει η επιλογή μου, αλλά ο τρόπος που με προσεγγίζω μέσα από αυτή την επιλογή. Αν ήμουν αυστηρή με αυτό που ήμουν πριν, θα είμαι αυστηρή και με αυτό που θα γίνω μετά. Αν ήμουν αυστηρός στην αποτυχία μου, θα είμαι αυστηρός και στον τρόπο που απολαμβάνω την επιτυχία μου. Αν δεν ήμουν συγχωρητική στις αστοχίες μου, σίγουρα δεν θα μου επιτρέπω να απολαύσω τα επιτεύγματά μου. Αν δεν το καταλαβαίνω αυτό, θα είναι σαν να ανταλλάσσω ένα κιλό σίδερο με ένα κιλό βαμβάκι. Το βάρος στην πλάτη μου θα είναι το ίδιο.

Συναντάω την αυστηρότητα με τους πιο απίθανους τρόπους στη δουλειά μου. Ένας τεράστιος αριθμός γενναίων ανθρώπων που με επισκέπτονται, φεύγοντας παίρνουν μαζί τους τα χαρτομάντιλα με τα οποία έχουν σκουπίσει τα δάκρυα τους. Είναι τόσο αυστηροί με τον εαυτό τους, κατά βάθος, που αρνούνται να αφήσουν τον πόνο τους πίσω. Αν δεν συμφιλιωθείς, όμως, με τον εαυτό σου, κάθε γνωριμία θα είναι ανάγκη, όχι επιλογή.

Και ακόμα περισσότερο, αν δεν έχω συμφιλιωθεί με τον φόβο της εγκατάλειψης, δεν θα μπορέσω ποτέ να αγαπήσω πραγματικά γιατί η αγάπη προϋποθέτει και δεν εγγυάται. Όσο δεν το έχω τακτοποιήσει αυτό μέσα μου, θα ζητώ εγγυήσεις.

Σαφώς υπάρχει αυστηρότητα στον έρωτα – ίσως περισσότερη από κάθε άλλη συνθήκη.
Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι για να επιτρέψουν στον εαυτό τους να απολαύσουν τα οφέλη του έρωτά τους, χρειάζεται να του έχουν επιβάλει πρώτα να υποφέρει. Αυτοί οι έρωτες έχουν μεγάλη ταλαιπωρία, ενώ κάθε ηδονικό τους στοιχείο αντλείται μέσα από την οδύνη και τη συνεχή αίσθηση ότι χάνουν τον άλλο. Κάθε πόθος, εξάλλου, ως ανακλητικό συναίσθημα που κουβαλάει τη σχέση μας με το πρώτο αντικείμενο του πόθου μας – τη μάνα – μοιραία κουβαλά και το μοτίβο που σχετιστήκαμε μαζί της.

Αν είχα συγκρούσεις μεγαλώνοντας, αν έμαθα ότι είμαι σπουδαίος μόνο όταν είμαι καλός για σένα, αν καταπιέστηκαν οι ανάγκες μου για τις δικές σου, αν ήμουν προέκτασή σου και όχι ξεχωριστή ύπαρξη, αν αισθάνθηκα αντιστάθμισμα για τις προσωπικές σου ελλείψεις, τότε θα οδηγήσω και τον ερωτικό μου σύντροφο να ταυτιστεί με αυτό που ξέρω καλύτερα ως επικοινωνία ή ενδιαφέρον. Την σύγκρουση, τον έλεγχο, τη ζήλια και την συναισθηματική εξόντωση – εκεί κι αν μπουσουλάω όμως.

Είναι εκείνοι που για να εκτιμήσουν το δεσμό τους χρειάζεται να έχουν επικυρώσει την μονιμότητα της παρουσίας του μέσα από μία οδυνηρή κατάσταση και συνήθως αυτό το μεταφέρουν στις ερωτικές τους δραστηριότητες ζητώντας να αλλάξει ο άλλος για να μην ταλαιπωρούνται εκείνοι.

Αν νομίζω, όμως, ότι το να αλλάξουν οι άλλοι για να αισθανθώ καλύτερα, ας το σκεφτώ ξανά. Η χελώνα, όπου και να πάει, το σπίτι της το κουβαλάει. Τους έχω καταπιεί τους άλλους. Αυτό χρειάζεται να καταλάβω. Η λύτρωση είναι στη δική μου αλλαγή, όχι στην αλλαγή του άλλου. Εκεί θα μπορώ να βαδίζω πλάι σου και όχι να με κουβαλάς και να σε κουβαλάω.

Έρωτας, λοιπόν, είναι η ανάγκη να κοιτάζω τον άλλο χωρίς το ελάττωμα της πραγματικότητας. Η αγάπη, ωστόσο, είναι να τον κοιτάζω και να μη θεωρώ την πραγματικότητα πια ως ελάττωμα. Ο έρωτας, εξάλλου, είναι ένα αυθόρμητο και ασυνείδητο καθρέφτισμα των αναγκών μου. Η αγάπη, όμως, είναι ένας τεράστιος αγώνας ευγνωμοσύνης και εκτίμησης. Για αυτό και η αγάπη είναι προνόμιο των συντρόφων και ποτέ των εραστών.
Το να ερωτευτεί κάποιος, λοιπόν, δεν είναι κατόρθωμα γιατί ο έρωτας δεν απαιτεί καμία προσπάθεια για να προκύψει. Το να αγαπήσει, όμως, απαιτεί έναν βαθμό δέσμευσης και αντοχής που μόνο κάποιος με βαθιά θέληση θα μπορούσε να επιτύχει. Μπορει να μοιάζει δύσκολο, μα το να αγαπήσεις έχει και τη μεγαλύτερη ανταμοιβή. Όταν αγαπάς κάποιον, τον ερωτεύεσαι συνέχεια.

Facebook Twitter Google+ LinkedIn